«Νέους κανόνες που εξουσιοδοτούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να απαγορεύει
εισαγωγές ψαριών στην ΕΕ από υπεραλιευόμενα αποθέματα ενέκρινε το
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Οι απαγορεύσεις αναμένεται να πρέπει να αποθαρρύνουν τη μαζική υπεραλίευση σκουμπριού από την Ισλανδία και τις Νήσους Φερόε.
Ο κανονισμός που εγκρίθηκε με 659 ψήφους υπέρ, 11 κατά και 7 αποχές ανοίγει το δρόμο για εμπορικές κυρώσεις
εναντίον τρίτων χωρών που επιτρέπουν τη μη βιώσιμη αλιεία ψαριών και
αλιευτικών προϊόντων από τα αποθέματα κοινού ενδιαφέροντος (π.χ.
αλιευτικά αποθέματα στη διάθεση των στόλων της ΕΕ και τρίτων χωρών η
διαχείριση των οποίων απαιτεί τη συνεργασία μεταξύ τους).» (Βλ. σχετικό άρθρο..).
Στο ζήτημα της θέσπισης κανόνων αλίευσης, διακίνησης και εμπορίας αλιευτικών προϊόντων, έχει αποδειχθεί περίτρανα ότι η ΕΕ δεν πέτυχε τους στόχους της, αλλά πολύ περισσότερο δεν εξασφάλισε την εφαρμογή τους από τα κράτη μέλη. Αυτός είναι εξάλλου και ο βασικός λόγος αναθεώρησης της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.
Δεν διαφωνώ στην λήψη μέτρων απέναντι σε τρίτες χώρες που εκμεταλλεύονται αλιευτικά αποθέματα κοινού ενδιαφέροντος με την ΕΕ. Πιστεύω όμως ότι σε κάθε περίπτωση ο «καλός νοικοκύρης» πρώτα φροντίζει για την καθαριότητα της οικίας του και μετά του κοινόχρηστου χώρου. Με απλά λόγια ας μεριμνήσει η ΕΕ πρωτίστως για την θέσπιση και εφαρμογή κανόνων διαχείρισης των ιχθυαποθεμάτων της, δίνοντας ιδιαίτερη βάση στην επιλεκτικότητα των χρησιμοποιούμενων αλιευτικών εργαλείων και τις ποσοστώσεις των αλιευμάτων. Δεν είναι δυνατόν να μιλάμε στις μέρες μας για πιθανή κατάρρευση ιχθυαποθεμάτων και την ίδια στιγμή ο κάθε επαγγελματίας να έχει την δυνατότητα να αλιεύει απεριόριστες ποσότητες της πλειοψηφίας των αλιευτικών προϊόντων.