«Η συνεδρίαση της Διεθνούς Επιτροπής για τη Διατήρηση των Τόνων του Ατλαντικού (ICCAT), του σώματος το οποίο διαχειρίζεται την αλιεία του τόνου, έγινε πριν από μερικές εβδομάδες στο Παρίσι προκειμένου να αποτιμήσει την κατάσταση στην αλιεία του γαλαζοπτέρυγου τόνου και να θέσει τις μελλοντικές ποσοστώσεις στο ψάρεμα του πολύτιμου αυτού είδους.»(Βλ. σχετικό άρθρο..).
Δεν πρόκειται να αναφερθώ πάλι στα οικονομικά δεδομένα που κινούνται γύρω από την αλιεία εν λόγω είδους, αλλά σήμερα θα επικεντρωθώστο ζήτημα του ελέγχου της αλιείας και εμπορίου των τόνων. Διαβάζω λοιπόν στο άρθρο:
«...την επί μια δεκαετία παράνομη αλιεία γαλαζόπτερων τόνων στον ανατολικλό Ατλαντικό, η οποία σχεδόν τους εξαφάνισε..»
«...από το 1998 έως το 2007, πάνω από το ένα τρίτο των αλιευμένων γαλαζόπτερων τόνων πιάστηκαν παράνομα.»
«Παντού υπήρχε έντονη υπεραλίευση και απόκρυψη δεδομένων, ειδικά όμως στη Μεσόγειο»
Το πιο απλό ερώτημα που μπορεί να θέσει κάποιος διαβάζοντας τα παραπάνω είναι: ''Μα καλά, ποιος είναι υπεύθυνος για την αστυνόμευση της αλιευτικής δραστηριότητας και του εμπορίου του συγκεκριμένου είδους;'' Όσο λοιπόν αφορά στην χώρα μας το θέμα της αλίευσης το διαχειρίζονται αφενός η Δ/νση Θαλάσσιας Αλιείας (που πλέον ανήκει στο Υ.Θ.Υ.Ν.ΑΛ.), μέσω των ειδικών αδειών αλιείας ερυθρού τόνου που χορηγεί και αφετέρου το Λιμενικό Σώμα μέσω των ελεγκτικών του μηχανισμών(;)! Εδώ να σημειώσω ότι όσοι εφοδιάζονται με ειδική άδεια αλιείας ερυθρού τόνου, έχουν ταυτόχρονα την δυνατότητα να αλιεύσουν και δύο άλλα πελαγικά είδη, τον ξιφία και τον μακρύπτερο τόνο. Παρόλο που οι αλιείς που αποπλέουν για την αλιεία τόνου υποχρεούνται να δηλώσουν την αναχώρηση και άφιξή τους στις Λιμενικές Αρχές και να εκφορτώσουν τα αλιεύματά τους σε καθορισμένα λιμάνια, εκ των πραγμάτων όποιος απ' αυτούς επιθυμεί να παρανομήσει, μπορεί να το πράξει πολύ εύκολα. Οι λόγοι είναι ότι αφενός έλεγχος κατά την διάρκεια της αλιευτικής δραστηριότητας δεν υφίσταται, είτε λόγω έλλειψης περιπολικών μέσων των Λιμενικών Αρχών, είτε λόγω άγνοιας και αδιαφορίας των Λιμενικών οργάνων και αφετέρου η γεωγραφική μορφολογία της χώρας μας επιτρέπει στον κάθε επίδοξο παραβάτη να προσεγγίσει περιοχές στις οποίες, χωρίς να γίνει αντιληπτός, μπορεί να εκφορτώσει οτιδήποτε επιθυμεί. Εδώ να επισημάνω ότι ακριβώς τα ίδια προβλήματα εντοπίζονται και στην αλιευτική δραστηριότητα των ερασιτεχνών, οι οποίοι, κυριολεκτικά οργιάζουν βγάζοντας πολλές φορές ποσότητες που θα ζήλευε και επαγγελματίας ψαράς (αυτά τα αναφέρω γνωρίζοντας τα δεδομένα της περιοχής μου)!
Από την στιγμή λοιπόν που φεύγει το αλίευμα από τον χώρο ευθύνης των Λιμενικών Αρχών, αρχίζει και «τρέχει» το ζήτημα του εμπορίου - πώλησης αυτού. Ο ερυθρός τόνος πλέον για να βγει στο εμπόριο πρέπει να συνοδεύεται - εκτός από τα κατά περίπτωση φορολογικής φύσεως παραστατικά - και από το Έγγραφο Τεκμηρίωσης Τόνου (Blue Fin Catch Document B.C.D.) το οποίο «ακολουθεί» το ψάρι από την στιγμή της αλίευσής του έως το τελικό στάδιο πώλησής του. Ποιές είναι λοιπόν οι αρμόδιες Υπηρεσίες που θα ελέγξουν την ύπαρξη του συγκεκριμένου εγγράφου, αλλά και την εν γένει νομιμότητα διακίνησης αυτού; Οι κατά τόπους Εποπτείες Αλιείας (οι οποίες χορηγούν στους ψαράδες το εν λόγω έντυπο), οι υπηρεσίες εμπορίου και οι κτηνιατρικές υπηρεσίες. Για να μην κουράσω περισσότερο απλώς θα πω ότι όποιος γνωρίζει για τον τρόπο λειτουργίας εν λόγω Υπηρεσιών μπορεί πολύ εύκολα να αντιληφθεί εάν υπάρχει έλεγχος ουσίας ή και γενικότερα εάν υφίσταται έλεγχος.
Φαντάζομαι ότι για να υπάρχει γενικότερο πρόβλημα υπεραλίευσης ερυθρού τόνου τα προβλήματα ελέγχου που εντοπίζονται στη Ελλάδα παρουσιάζονται σε μικρότερο ή σε μεγαλύτερο βαθμό και σε άλλες χώρες.
Οπότε, για να έχουμε επί της ουσίας αποτελέσματα στο ζήτημα της αειφόρου αλιείας εν λόγω είδους προέχει να υπάρξει αναδιάρθρωση των μηχανισμών ελέγχου από την στιγμή της αλίευσης έως το τελικό στάδιο της πώλησης. Σε διαφορετική περίπτωση όσες αποφάσεις και να υπάρξουν για μείωση των ποσοστώσεων του τόνου ή για ηλεκτρονική αναφορά και καταγραφή αλιευμάτων, θα πέσουν στο κενό και δεν θα επιφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα
Δεν πρόκειται να αναφερθώ πάλι στα οικονομικά δεδομένα που κινούνται γύρω από την αλιεία εν λόγω είδους, αλλά σήμερα θα επικεντρωθώστο ζήτημα του ελέγχου της αλιείας και εμπορίου των τόνων. Διαβάζω λοιπόν στο άρθρο:
«...την επί μια δεκαετία παράνομη αλιεία γαλαζόπτερων τόνων στον ανατολικλό Ατλαντικό, η οποία σχεδόν τους εξαφάνισε..»
«...από το 1998 έως το 2007, πάνω από το ένα τρίτο των αλιευμένων γαλαζόπτερων τόνων πιάστηκαν παράνομα.»
«Παντού υπήρχε έντονη υπεραλίευση και απόκρυψη δεδομένων, ειδικά όμως στη Μεσόγειο»
Το πιο απλό ερώτημα που μπορεί να θέσει κάποιος διαβάζοντας τα παραπάνω είναι: ''Μα καλά, ποιος είναι υπεύθυνος για την αστυνόμευση της αλιευτικής δραστηριότητας και του εμπορίου του συγκεκριμένου είδους;'' Όσο λοιπόν αφορά στην χώρα μας το θέμα της αλίευσης το διαχειρίζονται αφενός η Δ/νση Θαλάσσιας Αλιείας (που πλέον ανήκει στο Υ.Θ.Υ.Ν.ΑΛ.), μέσω των ειδικών αδειών αλιείας ερυθρού τόνου που χορηγεί και αφετέρου το Λιμενικό Σώμα μέσω των ελεγκτικών του μηχανισμών(;)! Εδώ να σημειώσω ότι όσοι εφοδιάζονται με ειδική άδεια αλιείας ερυθρού τόνου, έχουν ταυτόχρονα την δυνατότητα να αλιεύσουν και δύο άλλα πελαγικά είδη, τον ξιφία και τον μακρύπτερο τόνο. Παρόλο που οι αλιείς που αποπλέουν για την αλιεία τόνου υποχρεούνται να δηλώσουν την αναχώρηση και άφιξή τους στις Λιμενικές Αρχές και να εκφορτώσουν τα αλιεύματά τους σε καθορισμένα λιμάνια, εκ των πραγμάτων όποιος απ' αυτούς επιθυμεί να παρανομήσει, μπορεί να το πράξει πολύ εύκολα. Οι λόγοι είναι ότι αφενός έλεγχος κατά την διάρκεια της αλιευτικής δραστηριότητας δεν υφίσταται, είτε λόγω έλλειψης περιπολικών μέσων των Λιμενικών Αρχών, είτε λόγω άγνοιας και αδιαφορίας των Λιμενικών οργάνων και αφετέρου η γεωγραφική μορφολογία της χώρας μας επιτρέπει στον κάθε επίδοξο παραβάτη να προσεγγίσει περιοχές στις οποίες, χωρίς να γίνει αντιληπτός, μπορεί να εκφορτώσει οτιδήποτε επιθυμεί. Εδώ να επισημάνω ότι ακριβώς τα ίδια προβλήματα εντοπίζονται και στην αλιευτική δραστηριότητα των ερασιτεχνών, οι οποίοι, κυριολεκτικά οργιάζουν βγάζοντας πολλές φορές ποσότητες που θα ζήλευε και επαγγελματίας ψαράς (αυτά τα αναφέρω γνωρίζοντας τα δεδομένα της περιοχής μου)!
Από την στιγμή λοιπόν που φεύγει το αλίευμα από τον χώρο ευθύνης των Λιμενικών Αρχών, αρχίζει και «τρέχει» το ζήτημα του εμπορίου - πώλησης αυτού. Ο ερυθρός τόνος πλέον για να βγει στο εμπόριο πρέπει να συνοδεύεται - εκτός από τα κατά περίπτωση φορολογικής φύσεως παραστατικά - και από το Έγγραφο Τεκμηρίωσης Τόνου (Blue Fin Catch Document B.C.D.) το οποίο «ακολουθεί» το ψάρι από την στιγμή της αλίευσής του έως το τελικό στάδιο πώλησής του. Ποιές είναι λοιπόν οι αρμόδιες Υπηρεσίες που θα ελέγξουν την ύπαρξη του συγκεκριμένου εγγράφου, αλλά και την εν γένει νομιμότητα διακίνησης αυτού; Οι κατά τόπους Εποπτείες Αλιείας (οι οποίες χορηγούν στους ψαράδες το εν λόγω έντυπο), οι υπηρεσίες εμπορίου και οι κτηνιατρικές υπηρεσίες. Για να μην κουράσω περισσότερο απλώς θα πω ότι όποιος γνωρίζει για τον τρόπο λειτουργίας εν λόγω Υπηρεσιών μπορεί πολύ εύκολα να αντιληφθεί εάν υπάρχει έλεγχος ουσίας ή και γενικότερα εάν υφίσταται έλεγχος.
Φαντάζομαι ότι για να υπάρχει γενικότερο πρόβλημα υπεραλίευσης ερυθρού τόνου τα προβλήματα ελέγχου που εντοπίζονται στη Ελλάδα παρουσιάζονται σε μικρότερο ή σε μεγαλύτερο βαθμό και σε άλλες χώρες.
Οπότε, για να έχουμε επί της ουσίας αποτελέσματα στο ζήτημα της αειφόρου αλιείας εν λόγω είδους προέχει να υπάρξει αναδιάρθρωση των μηχανισμών ελέγχου από την στιγμή της αλίευσης έως το τελικό στάδιο της πώλησης. Σε διαφορετική περίπτωση όσες αποφάσεις και να υπάρξουν για μείωση των ποσοστώσεων του τόνου ή για ηλεκτρονική αναφορά και καταγραφή αλιευμάτων, θα πέσουν στο κενό και δεν θα επιφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου